Τότε που τα κοσμικά σου γέλια κατόρθωσαν να φτιάξουν ηχώ στην ψυχή μου, όρμησα έξω να σε γνωρίσω. Δεν άργησα να διακρίνω την Παριζιάνα της Κνωσσού, καλά προστατευμένη από το κέλυφος της σάρκας σου. Μου μιλούσες μα δεν άκουγα... Σε κοίταζα και δεν μπορούσες να καταλάβεις.
Χαμένη στα δικά σου επίκτητα, θωρακισμένη στις ενδότερες σιωπές σου...